Στην Ελλάδα, η Αραβοϊσραηλινή διένεξη πλαισιώθηκε επικοινωνιακά για χρόνια από τη σχέση του Α.Παπανδρέου με τον ιστορικό ηγέτη των Παλαιστινίων Γ.Αραφάτ, την παλαιστινιακή καφίγια και τα όσα συνέβησαν στη νηοπομπή προς τη Γάζα το 2010. Μετά τη διάρρηξη των σχέσεων μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ αλλά και την ελληνική ανάγκη για διαμόρφωση ενός άξονα που θα λειτουργούσε ως αντίβαρο στην τουρκική πειρατική πολιτική στην Ανατολική Μεσόγειο, η ελληνοϊσραηλινή προσέγγιση κατέστη σχεδόν εθνικό δόγμα.
Όλες οι κυβερνήσεις από το 2012 μέχρι σήμερα επένδυσαν στην εμβάθυνση των σχέσεων με το Ισραήλ, ενώ η ηγεσία της Ιερουσαλήμ επένδυσε στις ευκαιρίες που προσφέρει η σύνδεση με μια χώρα μέλος της Ε.Ε., ξεπερνώντας τις προκαταλήψεις για τη στάση των ελληνικών κυβερνήσεων παλαιότερα, αλλά και τον αντισημιτισμό που άνθισε κατά καιρούς στον τόπο μας.
Έστω κι’ αν δεν έγινε ποτέ καμία δημόσια αξιολόγηση της διαχρονικής υποστήριξης της Ελλάδος προς τον παλαιστινιακό λαό, τα συμφέροντα του οποίου την τελευταία δεκαετία κηδεμονεύει ο Ερντογάν σε ανοιχτή γραμμή με τη Χαμάς, οφείλει ο κάθε ενδιαφερόμενος αναλυτής να πάρει επαρκείς αποστάσεις, πριν επιχειρήσει οποιαδήποτε αντικειμενική ανάλυση περί δικαίων και αδίκων. Οι εικόνες από τη Γάζα, δεν αξίζουν περισσότερο από το δράμα που προκαλούν οι τυφλές ρουκέτες κατά αμάχων στις εβραϊκές γειτονιές. Το ίδιο δε το μεγαπλαίσιο που θέτει η Μέση Ανατολή, θέτει δε επιπλέον μεταβλητές, ενώ οι εσωτερικοί διαγκωνισμοί για την ηγεσία των δύο πλευρών παίζει κρίσιμο ρόλο στις εξελίξεις.
Δεν πρέπει για παράδειγμα να θεωρήσει κανείς τυχαίο το γεγονός, πως η νέα κρίση ξέσπασε σε μια εποχή, που τα αραβικά κόμματα θα έπαιζαν κομβικό ρόλο στο σχηματισμό νέας κυβέρνησης του Ισραήλ, γεγονός που ενοχλεί τις ακραίες και υπερορθόδοξες φωνές εντός της χώρας. Αντίστοιχα, η πρόθεση του Παλαιστίνιου ηγέτη Μ.Αμπάς να διεξάγει εκλογές μετά από 15 χρόνια, τάραξε τα νερά στη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας, καθώς οι μετριοπαθείς πολιτικές δυνάμεις αναμένεται να κονταροχτυπηθούν με τη Χαμάς, που δεν καλοβλέπει σε καμία περίπτωση ενδεχόμενη προσέγγιση με τη νέα Κυβέρνηση του Ισραήλ και μια προσπάθεια να πέσουν οι τόνοι.
Επιπλέον, η προσέγγιση Ισραήλ και αραβικού κόσμου με τις συμφωνίες του Αβραάμ άνοιξαν το δρόμο για μια ευρύτερη συνεννόηση στη Μέση Ανατολή, γεγονός που διάφοροι παράγοντες, όπως ο Τ.Ερντογάν, δεν καλοβλέπουν. Σήμερα η Άγκυρα χρηματοδοτεί και διευκολύνει τη Χαμάς, η οποία δημιουργήθηκε ως σκληροπυρηνικό αντίβαρο στις διαθέσεις Αραράτ για ειρήνευση. Κι’ αυτό είναι ένα δεδομένο που συχνά ξεχνάμε. Σε αντίθεση με το κυπριακό όμως, η κατάσταση στη Μέση Ανατολή έχει ένα σαφή οδικό χάρτη και αυτός δε μπορεί να είναι άλλος από αυτά που προβλέπει το Διεθνές Δίκαιο. Προστασία του δικαιώματος στην αυτοάμυνα και δύο κράτη στα σύνορα του 1967 με την Ιερουσαλήμ πρωτεύουσα και των δύο κρατών. Μ’ αυτή τη θέση ως γνώμονα, η Αθήνα, που έχει σημαντικά συμφέροντα στην περιοχή, οφείλει να διεκδικήσει ένα ουσιαστικό διαπραγματευτικό ρόλο, αφήνοντας πίσω τις μονομέρειες του παρελθόντος, αλλά παίρνοντας σημαντικές αποστάσεις από τη Χαμάς και τους υποστηρικτές της.