Δημόσια διπλωματία.

Η έγκριση από ολομέλεια της Γερουσίας της αμυντικής συμφωνίας Ελλάδος-ΗΠΑ και η ψήφιση του EastMed Act, συνιστούν δύο μεγάλες επιτυχίες για την εξωτερική πολιτική της χώρας μας. Δεν ήρθαν όμως τυχαία. Είναι το αποτέλεσμα της αποτελεσματικής δουλειάς που γίνεται τα τελευταία χρόνια στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού και φέρει συγκεκριμένα αποτυπώματα. Η δημιουργία συμμαχιών και μια σειρά δραστήριοι Έλληνες, που δρουν πέριξ της Ουάσιγκτον λειτούργησαν καταλυτικά, προκειμένου προσωπικότητες των δύο κομμάτων να συνυπογράψουν την πρωτοβουλία.Έτσι, πέρα από τη στήριξη με αμυντικό υλικό και την πρόσβαση στο πρόγραμμα των F-35, οι ΗΠΑ αναγνωρίζουν θεσμικά ως καθήκον τους την προστασία της χώρας μας. Πρόκειται, χωρίς αμφισβήτηση, για μια πολύ σημαντική εξέλιξη, που δε θα είχε επιτευχθεί δίχως τη συναστρία ισχυρών ομάδων πίεσης από την Ελλάδα, την Κύπρο και το Ισραήλ.

Εάν μιλούσε κανείς με ομογενείς που είχαν πλήρη εικόνα της ελληνικής διασποράς στην Αμερική πριν λίγα χρόνια, θα αντιλαμβάνονταν πως το λεγόμενο ‘ελληνοαμερικανικό λόμπυ’, δεν ήταν ακριβώς αυτό που φανταζόμασταν εντός των συνόρων. Η δημιουργία του Συμβουλίου Ελληνοαμερικανικής Ηγεσίας και η παράλληλη ενδυνάμωση των σχέσεων με τις πανίσχυρες αντίστοιχες οργανώσεις του Ισραήλ, προσέφεραν στην εξωτερική πολιτική της χώρας μας μια νέα προοπτική. Στην πραγματικότητα μιλάμε για άσκηση δημόσιας διπλωματίας, μια κατεύθυνση που αποτελεί σε πολλά προηγμένα κράτη καθετοποιημένη δομή – αντίστοιχου κύρους με τις διπλωματικές και προξενικές αρχές. Εάν κάτι λοιπόν υπογραμμίζουν οι συνεχείς επιτυχίες στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις είναι η χρησιμότητα τέτοιων μηχανισμών, αλλά και η οργανωμένη υποστήριξη τους από την ελληνική Πολιτεία.

Σήμερα η Ελλάδα δε διαθέτει εθνική στρατηγική για τη δημόσια διπλωματία, ενώ σε όλους τους δείκτες ήπιας ισχύος οι επιδόσεις δεν είναι κολακευτικές για μια χώρα με τόσες δυνατότητες. Σύμφωνα με το Global Soft Power Index η χώρα μας από την 31 θέση, υπολείπεται κρατών όπως η Ισλανδία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Τουρκία και το Βέλγιο, ενώ στο The Soft Power 30, η Ελλάδα από τη θέση 25 υστερεί έναντι χωρών όπως η Πολωνία, η Πορτογαλία και η Τσεχία. Ενώ δηλαδή, σε επίπεδο τεκμηρίωσης έχουμε πολύ συγκροτημένα επιχειρήματα στο διπλωματικό πεδίο, εκεί που υστερούμε είναι στην αρένα για τη διεκδίκηση της καρδιάς και του μυαλού των κοινωνιών που μας ενδιαφέρουν.

Η εικόνα της Ελλάδας στο εξωτερικό, των ανθρώπων της, τα στερεότυπα που διαμορφώνουν άλλοι λαοί για εμάς, παίζουν σήμερα καθοριστικό ρόλο για τη στάση των διεθνών παραγόντων. Η πλαισίωση που συνοδεύει τις ειδήσεις που μας αφορούν είναι κομβική για τα εθνικά μας συμφέροντα. Κι’ αυτός είναι ένας τομέας που η χώρα μας δεν έχει διαγχρονικά επενδύσει. Εκπαίδευση, ακαδημαϊκοί, επιχειρηματίες, δημοσιογράφοι, think-tanks, κοινωνικά δίκτυα διαμορφώνουν σήμερα συνειδήσεις και γαλουχούν νέες γενιές πολιτών με μια πολύ συγκεκριμένη εικόνα για τη χώρα μας. Ακόμα και η τεχνολογική καινοτομία παίζει ρόλο διαμορφώνονοντας τα δεδομένα γύρω από την Ελλάδα. Κι’ αν πριν μερικές δεκαετίες μπορούσε κανείς μόνο να κρίνει εάν η εικόνα της χώρας είναι καλή ή κακή, σήμερα, έχει όλα τα εργαλεία για να την επηρεάσει. Κι’ αυτό η ελληνική Πολιτεία οφείλει να το αξιοποιήσει.