Πολλές φορές το ξεχνάμε. Υπάρχουν και φτωχοί σ’ αυτή τη χώρα. Άνθρωποι που ήταν φτωχοί και πριν την κρίση ή έγιναν φτωχοί λόγω της οικονομικής κατάρρευσης. Xιλιάδες συμπολίτες μας που ζούσαν άνετα και μέσα σε λίγα χρόνια έχασαν σχεδόν τα πάντα. Άλλοι τη δουλειά τους, άλλοι το 40% του εισοδήματος τους και άλλοι την περιουσία τους, επειδή το βάρος των φορών ήταν δυσβάσταχτο.
Και δεν είναι μόνο αυτοί. Υπάρχουν και εκείνοι που μπορεί τώρα να τα βγάζουν πέρα, αλλά ακούν για μεταρρυθμίσεις και φοβούνται για τη δουλειά τους. Τους κυριεύει ένα άγχος για το μέλλον.
Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, θα χαρούν όταν λάβουν το κοινωνικό μέρισμα που θα μοιράσει η Κυβέρνηση· και θα σπεύσουν μ’ αυτό να κάνουν Χριστούγεννα… Μπορεί να τους κακολογήσει κανείς; Προφανώς, όχι. Και οι ίδιοι καταλαβαίνουν πια, πως η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, μέσα από τη φορολογία, τους πήρε πέντε και ως αντίδωρο τους επιστρέφει το ένα. Μόνο το 2016 άλλωστε, κάθε οικογένεια έχασε 653 ευρώ κατά μέσο όρο.
Οι συμπολίτες μας όμως αυτοί, είναι οι πιο ευάλωτοι.
Δεν κατανοούν τι είναι το πρωτόγεννες πλεόνασμα, το taxibeat ή η πτώση θέσεων στο δείκτη doing business. Ξέρουν μόνο ότι δουλεύουν οκτάωρο και πληρώνονται για τετράωρο. Ότι ξενύχτησαν πολλά βράδια από την αγωνία μέχρι να μπουν με 8μηνο στο Δήμο. Νιώθουν -στα μισά του μήνα- άδεια την τσέπη τους και όταν θυμώνουν, τα βάζουν με αυτούς που χρεοκόπησαν τη χώρα, έστω και αν το έκαναν με τη δική τους ψήφο. Μάλιστα, αδυνατώντας να κατανοήσουν τους μηχανισμούς προπαγάνδας, αναπαράγουν πολλές φορές εν αγνοία τους fake news ή απλοϊκές λύσεις… και απέναντι στο χλευασμό για τις επιλογές τους, αντιδρούν ως κοινωνικά outsiders.
Ακριβώς αυτοί οι άνθρωποι είναι αυτοί που εκλογικά στοχεύει ο κ. Τσίπρας. Σκληρό πολιτικό ον ο ίδιος, επενδύει στη διαίρεση και στη διάλυση της κοινωνικής συνοχής για να κάνει επιδοματική πολιτική σε εκείνους που τα έχασαν όλα.
Δηλαδή τι νομίζατε; Ότι τρελάθηκαν ξαφνικά ο κ. Τσακαλώτος και ο κ. Χουλιαράκης και άρχισαν να απολογούνται για τις αδικίες στη μεσαία τάξη; Όχι βέβαια. Απλά επανέλαβαν το μήνυμα προς το κοινό που τους ενδιαφέρει: «υπερφορολογήσαμε εκείνους που έχουν ακόμα, για να τα επιστρέψουμε σε σας που δεν ανήκετε στις ελίτ των βολεμένων» διαβάζει κανείς ανάμεσα στις γραμμές των δηλώσεων τους. Έστω και αν «βολεμένος» για αυτούς είναι ακόμα και όποιος μπορεί να κάνει δυο δουλειές για να τα βγάλει πέρα.
Το κρίσιμο όμως πια, δεν είναι μόνο τι κάνει ο κ. Τσίπρας, αλλά και ποιος άλλος μιλάει πραγματικά σ’ αυτούς τους ανθρώπους.
Ποιος τους εξηγεί απλά, καθημερινά και ποιος νιώθουν ότι τους συμμερίζεται. Η Νέα Δημοκρατία εκ των πραγμάτων είχε πάντοτε λαϊκή βάση. Ήταν η εθνική παράταξη του δάσκαλου, του στρατιωτικού, του ελεύθερου επαγγελματία που δουλεύει επτά ημέρες για να μπορέσει να πληρώσει τα φροντιστήρια των παιδιών του, του αυτοδημιούργητου αλλά ήταν και του αστού. Οι εκπρόσωποι της λοιπόν, οφείλουν να καλύπτουν αυθεντικά όλο αυτό το φάσμα.
Όμως, η Παράταξη αυτή, που γεννήθηκε ως ο φορέας στον «οποίο οι ολιγώτεροι και οι επώνυμοι καθοδηγούν αντί να καταδημαγωγούν» έχει μια μεγαλύτερη υποχρέωση σήμερα. Να λογοδοτεί και να εξηγεί. Όσοι έχουν δημόσια επιρροή αλλά και τη γνώση να κατανοούν το σημερινό πολύπλοκο περιβάλλον, έχουν την υποχρέωση πια να εξηγούν στοιχειωδώς και με υπομονή, τις πολιτικές σ’ αυτούς που δε μπορούν να ακολουθήσουν. Όσο αφήνουμε ανθρώπους σε άγχος και σύγχυση, τόσο περισσότερο ευάλωτους τους κάνουμε στο λαϊκισμό, την παραπληροφόρηση και τις διαθέσεις του κ. Τσιπρα. Είναι αναγκαίο συνεπώς, να εξηγήσουμε και στον τελευταίο, πως η Κυβέρνηση του Κ.Μητσοτάκη, θα είναι πάνω από όλα μια δίκαιη και ορθολογική κυβέρνηση.
Σε έναν άνθρωπο που φοβάται για τη δουλειά του, είναι μάταιο να επαναλαμβάνουμε μόνο δυσνόητες οικονομικές αναλύσεις. Αυτά αφορούν ένα πολύ συγκεκριμένο κοινό. Σήμερα έχουμε ανάγκη όλους τους Έλληνες για να κάνουμε την Ελλάδα ξανά ένα Έθνος. Αυτή θα είναι η πραγματική κοινωνική συμμαχία και όχι τα επικοινωνιακά ευφυολογήματα που υποκρύπτουν άλλες σκοπιμότητες.
Η χώρα πια, δεν αντέχει άλλο κοινωνικό διχασμό. Ζούμε την εποχή του φθόνου για την επιτυχία του άλλου και αυτό υπονομεύει το μέλλον όλων μας. Πρέπει, εδώ και τώρα, να στραφούμε σ’ αυτούς τους ανθρώπους. Να προτείνουμε λύσεις στα προβλήματα τους και να νιώσουμε την καθημερινότητα τους. Δεν αρκεί να τους προτάσσουμε μόνο βιογραφικά. Χρειάζεται να βάλουμε στο τραπέζι μας, ισότιμο και συνομιλητή μας, αυτόν που ξυπνάει το πρωί για να ρίξει δίχτυα για να μπορέσει να ταΐσει την οικογένεια του. Και το δάσκαλο που παρά τις περικοπές υπηρετεί με σεβασμό το λειτούργημα του.
Μόνο μαζί τους, μπορούμε να τα καταφέρουμε.