Το ‘εγώ’ κι’ εμείς.


Έξι μήνες πριν τις επόμενες προεδρικές εκλογές ο Εμ.Μακρόν δέχθηκε το πιο ηχηρό χαστούκι της θητείας του. Η «πισώπλατη μαχαιριά» των Αμερικανών στον Ειρηνικό, που οδήγησε στη ματαίωση της αγοράς των γαλλικών πυρηνικών υποβρυχίων από την Αυστραλία, ήταν μια διεθνής ταπείνωση για το Γάλλο Πρόεδρο, η οποία άφησε περιθώρια στους επικριτές του εντός των συνόρων να μιλήσουν για αδυναμία του να προασπίσει διεθνώς τα γαλλικά συμφέροντα. Ήταν ένα πλήγμα στο «εγώ» του. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη διαβρωτική ουσία της ισχύος στην πολιτική από την εμπέδωση στην κοινή γνώμη, πως κάποιος πολιτικός είναι αδύναμος. Ακόμα και να μην είναι όσο παρουσιάζεται, η διάβρωση της εικόνας του είναι γεωμετρική. Οι πολίτες επιθυμούν σχεδόν πάντοτε να ταυτίζονται με πολιτικούς ήρωες – που τα βάζουν με το σύστημα για να αποκαταστήσουν το ρόλο του Έθνους, αλλά απογοητεύονται πολύ γρήγορα και τους εγκαταλείπουν.

Ο Μακρόν, ήδη από το 2019, μιλά για την ανάγκη στρατηγικής αυτονομίας της Ευρώπης, ώστε να μειωθεί η εξάρτηση από τις ΗΠΑ και τα απόνερα από προεδρίες σαν του Τραμπ. Παρ’ όλα αυτά, η βαθιά γραφειοκρατία του αμερικανικού κράτους, δε βλέπει με καλό μάτι τον απογαλακτισμό των Ευρωπαίων, σε μια εποχή που το Στέιτ Ντιπάρτμεντ προσπαθεί να δημιουργήσει μέτωπο απέναντι στο Πεκίνο. «Έπρεπε» λοιπόν να σταλεί ένα μήνυμα στο Παρίσι, πως δεν είναι τόσο ισχυρό και ανεξάρτητο, όσο επιθυμεί να είναι. Κι’ αυτό έγινε.

Ο Γάλλος Πρόεδρος όμως, δεν έχει κρυφτεί. Έχει μιλήσει για ‘εγκεφαλικά νεκρό’ ΝΑΤΟ, προσπαθώντας να αφυπνίσει την Ευρώπη να κάνει περισσότερα για την άμυνα της. Σε αντίθεση με μερίδα Ευρωπαίων, ο Μακρόν επιμένει να βλέπει τον ελέφαντα στο δωμάτιο. Τόσο η Ε.Ε., όσο και το ΝΑΤΟ αποτυγχάνουν στον πυρήνα της αποστολής τους. Δεν υπάρχει καμία εμπιστοσύνη δηλαδή μεταξύ των μελών τους, πως την κρίσιμη στιγμή θα λειτουργήσουν οι μηχανισμοί συλλογικής ασφάλειας από εξωτερικούς κινδύνους. Εάν υπήρχε εμπιστοσύνη, η Ελλάδα δε θα είχε λόγο να δαπανά τόσα δισεκατομμύρια για να προστατέψει τον εαυτό της από άλλα μέλη του ΝΑΤΟ, και θα μπορούσε να αξιοποιεί τους πόρους αυτούς στη βελτίωση των ανισοτήτων ή την ανάπτυξη της καινοτομίας. Όμως εμπιστοσύνη δεν υπάρχει, και συν τοις άλλοις, οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις πρέπει να προστατεύουν τους εαυτούς τους από όπλα και πλοία, που πουλάνε η Γερμανία και η Ισπανία στην Τουρκία.

Μπροστά λοιπόν σ’ αυτή την έλλειψη συνοχής, η ελληνική κυβέρνηση κινήθηκε ταχύτατα. Αφενός έσπευσε να εκμεταλλευτεί το παράθυρο ευκαιρίας που προσέφερε η ματαίωση της πώλησης γαλλικών υποβρυχίων στην Αυστραλία για να προμηθευτεί με χαμηλότερο κόστος τις νέες ελληνικές φρεγάτες. Αφετέρου, μέσα από τη ρήτρα αμοιβαίας στρατιωτικής συνδρομής δίνει στο Μακρόν ζωτικό χώρο στην Ανατολική Μεσόγειο για να μπορέσει να διατηρήσει εντός των συνόρων του την αφήγηση περί μιας Γαλλίας που λειτουργεί ως υπερδύναμη. Κι’ εδώ η εικόνα γίνεται ακόμα καλύτερη. Προφανώς, οι ΗΠΑ δεν πρόκειται να εγκαταλείψουν την περιοχή, κάτι που σημαίνει, πως δημιουργείται ένας περιφερειακός άξονας ασφαλείας, που ενώνει την Ελλάδα με τις δύο πυρηνικές υπερδυνάμεις με την Αίγυπτο και μέσα από τις Συμφωνίες του Αβραάμ, το Ισραήλ και κρίσιμες χώρες του αραβικού κόσμου. Διόλου άσχημα δηλαδή, για μια χώρα, που λίγα χρόνια πριν, επεδίωξε να αναζητήσει δανεισμό από το Ιράν ή ζωοτροφές από τη Βενεζουέλα.