Η Ευρωπαϊκή Ένωση δε μπορεί να συνεχίσει να εξαρτάται σε τέτοιο βαθμό από τις ΗΠΑ. Αυτό είναι το δίδαγμα που αφήνει πίσω της η απερχόμενη διοίκηση του Λευκού Οίκου.
Η φιλελεύθερη παγκόσμια τάξη, που δημιουργήθηκε την επαύριο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, δομήθηκε πάνω στην κυριαρχία των ΗΠΑ. H αρχιτεκτονική της διασφάλιζε πως καμία δύναμη δε θα κυριαρχήσει στην περιοχή. Η Αμερική ανέλαβε την ασφάλεια της γηραιάς και αιματοβαμμένης ηπείρου. Το σχέδιο πέτυχε. Οι περιφερειακές συγκρούσεις εξαλείφθηκαν, με την περιοχή να βιώνει τη μακροβιότερη ειρήνη στην ιστορία της.
Το ισοζύγιο της εξάρτησης όμως, με τις δεκαετίες, διευρύνθηκε σημαντικά. Η σιγουριά της αμερικανικής προστασίας έριξε την ΕΕ σε χειμερία νάρκη. Σήμερα η Ευρώπη των 27 εξαρτάται, όχι μόνο αμυντικά, αλλά και τεχνολογικά, οικονομικά, ίσως και πολιτισμικά από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Την επαύριο του Brexit, στα καλύτερα 30 Πανεπιστήμια του κόσμου, δε θα βρίσκεται ούτε ένα από χώρα μέλος της Ε.Ε. Αντίστοιχα, όσο κι’ εάν ψάξει κανείς, ευρωπαϊκό Facebook, Google, Apple, Netflix ή Amazon, δε θα βρει. Στον αντίποδα όμως, οι μεγάλες ευρωπαϊκές βιομηχανίες επλήγησαν από τις παλινωδίες του Ντ.Τραμπ στο ζήτημα του Ιράν, παρά το γεγονός πως η Ευρώπη διαφώνησε με τη στάση του.
Όλα τα παραπάνω, δεν είναι υψηλή πολιτική, αλλά αποτυπώνονται στην καθημερινότητα των Ευρωπαίων πολιτών. Από την ανασφάλεια των Εσθονών ή των Λιθουανών για τις ρωσικές παρεμβάσεις, τις αντιανταγωνιστικές πρακτικές ψηφιακών κολοσσών, μέχρι τα κενά προστασίας των προσωπικών δεδομένων εκατομμυρίων χρηστών του διαδικτύου λόγω της έλλειψης ευρωπαϊκών λύσεων στο cloud και τους εκβιασμούς του Ερντογάν, οι συνέπειες είναι γύρω μας.
Στην πραγματικότητα, το πρόβλημα είναι βαθύτερο. Ο εφησυχασμός από το δόγμα του διατλαντισμού οδήγησε σε ατροφία την ευρωπαϊκή στρατηγική σκέψη. Η Ευρώπη συνήθισε στο ρόλο του συμπληρωματικού συμμάχου των ΗΠΑ και απέτυχε να διακριθεί ακόμα και σε τομείς όπως η Παιδεία ή η Καινοτομία. Σήμερα, η ευρωπαϊκή άμυνα στη Βαλτική, την Ανατολική Ευρώπη και τη Μεσόγειο έχει αφεθεί στους αμερικανικούς σχηματισμούς. Δεν υπάρχει ευρωπαϊκή εναλλακτική στη διαμάχη Αμερικανών και Κινέζων για τις υποδομές 5G, ενώ η αντιμετώπιση της πανδημίας βασίστηκε στη διαθεσιμότητα εισαγωγών από την Κίνα. Ακόμα και στην αντιμετώπιση του μεταναστευτικού, η ανωριμότητα των ευρωπαϊκών δομών εσωτερικής ασφάλειας ήταν αποτέλεσμα της αναποφασιστικότητας για πολιτική εμβάθυνση.
Σε ένα κόσμο, που γίνεται ολοένα και περισσότερο πολυπολικός, η Ευρώπη δε διαθέτει αυτόφωτο πολιτικό εκτόπισμα. Μάλιστα, υπάρχει ο κίνδυνος, η εκλογή Μπάιντεν να οδηγήσει σε νέο εφησυχασμό. Στην πραγματικότητα όμως, αποτελεί μια σημαντική ευκαιρία για μια νέα διατλαντική εταιρική σχέση, από την οποία και οι δύο πλευρές θα βγουν ωφελημένες. Ισχυρή Ευρώπη, σημαίνει ισχυρή Δύση.
Η «στρατηγική αυτονομία» της Ευρώπης, που προωθεί ο Εμ.Μακρόν, μοιάζει μονόδρομος για μια Ευρώπη που πρέπει να αποκτήσει ισχυρό πολιτικό αποτύπωμα. Από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις μέχρι την τεχνολογία και τη βιομηχανική πολιτική. Να είναι κυρίαρχη τεχνολογικά, οικονομικά, αλλά και κοινωνικά, ώστε να μπορεί να στηρίζει και να προστατεύει τους πολίτες της σε κρίσιμες συνθήκες.
Όσο κι’ αν υπάρχουν πλευρές που θεωρούν «ψευδαίσθηση» μια τέτοια πιθανότητα, η ευρωπαϊκή ασφάλεια δε μπορεί να εξαρτάται από μερικές ψήφους στην Αριζόνα ή την Πενσυλβάνια.
*Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά στις 22.11.2020