Ο Τζ.Μπάιντεν στις 20/1 θα ορκιστεί 46ος Πρόεδρος των ΗΠΑ. Έλαβε 80 εκατομμύρια ψήφους, τις περισσότερες που έχει λάβει ποτέ υποψήφιος, με τους Δημοκρατικούς να κερδίζουν τελικά οριακή πλειοψηφία στη Γερουσία. Από άλλη, ο Ντ.Τραμπ συγκέντρωσε 74 εκατ. ψήφους, το δεύτερο μεγαλύτερο αριθμό ψήφων που έχει λάβει ποτέ υποψήφιος, ενώ οι Ρεπουμπλικάνοι βελτίωσαν τη θέση τους στη Βουλή των Αντιπροσώπων αλλά κυρίως ελέγχουν πια το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο.
Μπορεί ο Μπάιντεν να μη χρειάζεται πλέον τυπικά τη συναίνεση του ηγέτη των Ρεπουμπλικανών Μ.ΜακΚόνελ για να προωθήσει την ατζέντα και τους εκλεκτούς του για τις κρίσιμες επιτελικές θέσεις, όμως σε ηλικία 78 ετών, έχει να ηγηθεί μιας βαθιά διχασμένης αμερικανικής κοινωνίας. Σύμφωνα με αναλυτές, τα προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει να τον φέρνουν στην πλέον αδύναμη θέση που βρέθηκε νεοεκλεγείς Πρόεδρος από την εποχή Κάρτερ.
Το «φαινόμενο Τραμπ» αποτελεί τη μεγαλύτερη απειλή. Ανεξάρτητα από το πότε και με το ποιο τρόπο θα αποδεχθεί την ήττα του ο 45 Πρόεδρος των ΗΠΑ, η ιστορία έγραψε πως πέτυχε κάτι πρωτοφανές. Στις προεδρικές εκλογές κέρδισε 11 εκατ. ψήφους περισσότερους απ’ ότι το 2016, διευρύνοντας μάλιστα την αποδοχή του μεταξύ των ισπανόφωνων και των μαύρων ψηφοφόρων. Σε μια κίνηση δίχως ιστορικό προηγούμενο, δεκάδες μέλη του Κογκρέσου αντιτίθενται στη νομιμοποίηση των εκλογικών αποτελεσμάτων. Την ώρα μάλιστα που τυπικά επικυρώνονταν η νίκη Μπάιντεν από τα νομοθετικά σώματα των ΗΠΑ χιλιάδες Αμερικάνοι έκαναν έφοδο στο Καπιτώλιο για «να σταματήσει η κλοπή» του Τραμπ, πολλοί εξ’ αυτών, οπλοφορώντας.
Συνολικά, τις τελευταίες εβδομάδες καταγράφηκαν και απορρίφθηκαν 60 προσπάθειες να μπλοκαριστεί η διαδικασία αναγνώρισης των αποτελεσμάτων σε κρίσιμες πολιτείες. Η τελευταία χρονικά -και παραδόξως εκλογική- μάχη στις επαναληπτικές εκλογές για τη Γερουσία στην Πολιτεία της Τζώρτζια. Με εκλογικές δαπάνες που ξεπέρασαν τα 500 εκατ. δολάρια, η μάχη για τις δύο κρίσιμες θέσεις έγινε η ακριβότερη κοινοβουλευτική μάχη όλων των εποχών, απόρροια της πόλωσης. Η οριακή επικράτηση με λιγότερο από 1% των υποψηφίων των Δημοκρατικών επιβεβαίωσε το μεγαλύτερο φόβο όλων. Το βαθύ διχασμό. Σύμφωνα με έρευνα, το 94% των ψηφοφόρων δήλωσε πως ψήφισε με γνώμονα το ποιος θέλουν να έχει τον έλεγχο της διακυβέρνησης και όχι με τοπικά κριτήρια.
Παρά την έκκληση 170 ηγετικών στελεχών κορυφαίων επιχειρήσεων για αποδοχή της νίκης Μπάιντεν, υπό το φόβο αστάθειας και εκτροχιασμού της ήδη επιβαρυμένης οικονομίας λόγω της πανδημίας, ο βαθύς κοινωνικός διχασμός αναμένεται να αποτελέσει τη μεγαλύτερη τροχοπέδη για τη νέα διακυβέρνηση των ΗΠΑ. Με την αριστερή τάση των Δημοκρατικών να πιέζει για ριζοσπαστική ατζέντα και την κουλτούρα της πολιτισμικής ακύρωσης να επελαύνει αγγίζοντας ακόμα και τον Όμηρο, ο νέος Πρόεδρος θα πρέπει να ξεκινήσει από τα βασικά. Να ενώσει τους πολίτες που κυβερνά.
Παραλαμβάνοντας το Οβάλ Γραφείο, ο Λευκός Οίκος θα είναι στενότερος από ποτέ για το νέο Αμερικανό Πρόεδρο. Ο ελέφαντας του κοινωνικού διχασμού θα έχει το δικό του χώρο στο δωμάτιο, υπενθυμίζοντας του, πως για μια σημαντική μερίδα των πολιτών δε νομιμοποιείται να είναι Πρόεδρος. Και στις Δημοκρατίες βασική προϋπόθεση καλής θεσμικής λειτουργίας και της ευημερίας είναι ο ηττημένος να αποδέχεται την ήττα του.