Πόσο κοστίζει η Δημοκρατία;

Σε αντίθεση με τον Αύγουστο, το Δεκέμβρη συνήθως υπάρχουν ειδήσεις. Μέσα σε διάστημα δέκα ημερών, Ευρωπαϊκή Ένωση και ΝΑΤΟ θα πρέπει να λάβουν σημαντικές αποφάσεις για τις αξίες που αντιπροσωπεύουν, με τους ηγέτες της Δύσης να καλούνται να ισορροπήσουν ανάμεσα στις εθνικές επιδιώξεις τους, τα ευρωπαϊκά κεκτημένα και τον αυταρχισμό ορισμένων χωρών.

Η εικόνα είναι αποθαρρυντική. Ποτέ ξανά, οι ηγέτες χωρών με σημαντική ισχύ, δεν έδειχναν τόσο ανίσχυροι μπροστά στις επιδιώξεις αυταρχικών ηγετών. Με τη σταδιακή κατάρρευση της σοβιετικής απειλής το ΝΑΤΟ κατέστη εγκεφαλικά νεκρό και εγκλωβισμένο σε μια ξεπερασμένη απειλή. Η στρατηγική ατροφία οδήγησε σε αδράνεια και διεύρυνε τα περιθώρια για αποστασίες, με χαρακτηριστικότερη την προμήθεια των S-400 από την Τουρκία και τον αποσταθεροποιητικό ρόλο της στην Ανατολική Μεσόγειο και την Κεντρική Ασία.

Αντίστοιχα, η πολιτική κατευνασμού που επέδειξε τόσα χρόνια η Ε.Ε. έναντι των κυβερνήσεων της Ουγγαρίας και της Πολωνίας απέτυχε. Μαζί και η ενσωμάτωση των κρατών της τελευταίας μεγάλης διεύρυνσης στις ευρωπαϊκές αξίες. Επιθετική συμπεριφορά εναντίον άλλων χωρών, φυλακίσεις αντιφρονούντων, κλείσιμο Πανεπιστημίων, παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη και τα ΜΜΕ, φίμωση του διαδικτύου, καταπατήσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Σήμερα τα 25 κράτη μέλη είναι υπό την ομηρία των κυβερνήσεων της Βουδαπέστης και της Βαρσοβίας. Οι ηγέτες τους αρνούνται να εγκρίνουν το πακέτο ανάκαμψης των ευρωπαϊκών οικονομιών από τον Covid-19, εάν δεν καταργηθεί η προϋπόθεση ότι οι κυβερνήσεις – παραλήπτες των πόρων πρέπει να σέβονται το κράτος δικαίου. Δηλαδή θέλουν και τα χρήματα από την Ε.Ε., αλλά και το δικαίωμα να διατηρούν ένα καθεστώς ανελεύθερης Δημοκρατίας εντός των συνόρων τους. Μετά από επτά δεκαετίες ειρήνης και συνεργασίας όμως, η Ευρώπη έχει πάψει να είναι χώρος πολιτικής υπανάπτυξης με ανοχή στον αυταρχισμό.

Μέσα από τα προοίμια των ιδρυτικών συνθηκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ, οι τρεις χώρες αυτές έχουν δεσμευτεί να διασφαλίζουν και να προασπίζουν τις αρχές της Ελευθερίας, της Δημοκρατίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου. Στις βασικές έννοιες δηλαδή, στις οποίες θεμελιώθηκε η έννοια της Δύσης. Το ερώτημα που γεννάται συνεπώς είναι θεμελιώδες. Πόσο λιγότερη Δημοκρατία μπορούν να αντέξουν για να συνεχίσουν να συνδιαλέγονται με τον Ερντογάν, τον Όρμπαν και τον Καζίνσκι; Ποιο είναι το όριο αντοχής μας σε παρεκκλίσεις από μια ήπειρο ειρήνης, δημοκρατίας και πραγματικής ελευθερίας; Απ’ ότι φαίνεται, δε θα υπάρξει ξεκάθαρη απάντηση σύντομα.

Σύμφωνα με τα σενάρια, οι ηγέτες των χωρών της Ε.Ε. αναζητούν μηχανισμούς για να παρακάμψουν την ομοφωνία που απαιτείται για την εκταμίευση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, δίχως να υποκύψουν στον εκβιασμό. Και ίσως τα καταφέρουν. Υπάρχει το προηγούμενο του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, έπειτα από το βέτο του Ηνωμένου Βασιλείου το 2011. Είναι όμως η γραφειοκρατία ή απάντηση στη λιγότερη Δημοκρατία; Μπορεί ένα Κέντρο Αριστείας για την Ανθεκτικότητα της Δημοκρατίας, όπως προτείνει η έκθεση για τους στόχους της επόμενης δεκαετίας του ΝΑΤΟ, να είναι μια ουσιαστική δέσμευση που θα συμμορφώσει τα παρεκκλίνοντα κράτη; Προσωπικά αμφιβάλλω. Με το κέντρο βάρους του κόσμου να μετατοπίζεται στην Ασία, η Δύση δεν έχει χρόνο για παιδικές ασθένειες. Η Δημοκρατία, η Ειρήνη και η Ασφάλεια είναι κεκτημένα.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά», το Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2020.