Πριν από 15-20 χρόνια, όσοι μιλούσαν για την Κλιματική Αλλαγή, ήταν οι τρελοί του χωριού. Κανείς δεν ήθελε να πάρει στα σοβαρά τα επιστημονικά δεδομένα που υπογράμμιζαν τη μετάβαση σε τροπικά κλίματα με έντονα καιρικά φαινόμενα, οι συνέπειες των οποίων (θα) απειλούν την ανθρώπινη ζωή και δραστηριότητα. Σήμερα όμως, ολοένα και περισσότεροι αντιλαμβάνονται πως η ανάγκη ανάσχεσης του φαινομένου δεν είναι κάποια εξεζητημένη «τάση», αλλά μια δυσάρεστη πραγματικότητα που κοστίζει σε ζωές, υποδομές και προσωπικές περιουσίες. Πριν περίπου ένα μήνα, στην προηγμένη σε μέσα και υποδομές Κεντρική Ευρώπη έχασαν τη ζωή τους από πλημμύρες 228 άνθρωποι από τεράστιες πλημμύρες.
Σύμφωνα με τα επιστημονικά μοντέλα, ενώ στην Ευρώπη προβλέπεται να αυξηθούν οι βροχοπτώσεις, στη Μεσόγειο κυρίαρχο πρόβλημα θα είναι η ξηρασία λόγω αύξησης της θερμοκρασίας. Υπολογίζεται πως έως και το 40% των βροχοπτώσεων θα χαθούν. Αυτό πρακτικά σημαίνει περισσότερες πυρκαγιές, περισσότερους παράγοντες κινδύνου, αλλά και ανάγκη η ζωή να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα. Οι φωτιές της τελευταίας εβδομάδας ανέδειξαν πως δεν είμαστε έτοιμοι να το αντιμετωπίσουμε. Ούτε ψυχολογικά, ούτε επιχειρησιακά. Την προηγούμενη εικοσαετία, στην Ελλάδα οι πυρκαγιές αποδίδονταν σε παρακρατικούς ή το «στρατηγό άνεμο». Μετά την τραγωδία στο Μάτι, οι δικαιολογίες αυτές στέρεψαν.
Ένα βασικό πρόβλημα όμως, παραμένει. Η δημόσια συζήτηση για τις φωτιές και τη διαχείριση ακραίων καιρικών φαινομένων περιστρέφεται γύρω από το επιχείρημα ότι θα μπορούσε να αλλάξει κάτι δραματικά, εάν στη θέση του “Χ” ήταν ο “Ψ”. Προφανώς και η σωτηρία ανθρώπινων ζωών είναι ζήτημα σχεδιασμού και ικανοτήτων. Η Κλιματική Αλλαγή όμως, δεν επηρεάζεται από την αξιολόγηση των προσόντων. Είναι ένα φαινόμενο με το οποίο θα πρέπει να ζήσουμε και να οργανωθούμε όχι πάνω στην ψευδαίσθηση αποτροπής του, αλλά μετριασμού των συνεπειών του. Μας θέτει τόσο επιτακτικά την ανάγκη να μάθουμε να ζούμε με τα ακραία φαινόμενα, γεγονός που καθιστά αναγκαία και την ενημέρωση και εκπαίδευση του ενεργού πληθυσμού γύρω από την αντίδραση του σε αυτά.
Η Ελλάδα είναι χτισμένη με τόσο άσχημο τρόπο, που είναι ευάλωτη σε πάσης φύσεως καταστροφές. Φωτιές και πλημμύρες θα υπάρξουν ξανά, γιατί είναι αναπόφευκτο με τέτοιες θερμοκρασίες να μη γίνει ένα λάθος. Αυτό που χρειάζεται πέρα από τις δομικές αλλαγές που συντελούνται στην Πολιτική Προστασία, είναι οι πολίτες να είναι συμμέτοχοι στη αντιμετώπιση των φαινομένων και των συνεπειών τους. Στην Ελλάδα δυστυχώς κανείς δεν έχει εκπαιδεύσει την κοινωνία για το πως να αντιμετωπίζει τους κινδύνους, με αποτέλεσμα η αίσθηση του κοινοτισμού στη διαχείριση, να παραμένει μηδαμινή. Ούτε όμως έχουμε συζητήσει επαρκώς την ανάγκη να μειώσουμε τους ρύπους σε συγκεκριμένους τομείς της καθημερινότητας. Ο επερχόμενος Κλιματικός Νόμος ωστόσο, αποτελεί μια πρώτης τάξης ευκαιρία η συζήτηση να μην περιοριστεί στα κίνητρα, τα όρια και τις επιδοτήσεις, αλλά να επηρεάσει καθοριστικά όλες τις πολιτικές, που σχετίζονται με το περιβάλλον. Από τις μετακινήσεις, έως τον αστικό σχεδιασμό.