Η νέα τομή.

Μία εβδομάδα πριν την 11η Σεπτεμβρίου 2001, ο ΟΗΕ διοργάνωσε τη Διάσκεψη του Ντέρμπαν ενάντια στο ρατσισμό. Η δεύτερη σε πληθυσμό πόλη της Νοτίου Αφρικής έμελλε να ταυτιστεί με μια από τις πλέον αμφιλεγόμενες διακρατικές συναντήσεις, καθώς κατέληξε να αποτελεί ένα φόρουμ μισαλλοδοξίας και μονόπλευρης καταγγελίας του κράτους του Ισραήλ. Τα επόμενα χρόνια, από την ηγεσία του πάνελ της διάσκεψης παρέλασαν ηγέτες όπως ο Λίβυος δικτάτορας Μ.Καντάφι και ο Ιρανός Μ.Αχμαντινετζάντ, ενώ σταδιακά ολοένα και περισσότερες χώρες της Δύσης αποχωρούν από τη διάσκεψη, η οποία έχει πλέον μεταβληθεί επίσημα σε ένα φόρουμ αντιδυτικής προπαγάνδας σε επίπεδο αρχηγών κρατών.

Σε μια εκδήλωση αντίδρασης απέναντι στις χώρες που απέχουν, το Υπουργείο Εξωτερικών της Παλαιστινιακής Αρχής χαρακτήρισε ανήθικο το μποϊκοτάζ και κάλεσε τα κράτη που επιμένουν να συμμετέχουν να υπηρετήσουν την αρχική δήλωση της Διάσκεψης εναντίον του Ισραήλ. Οι Παλαιστίνιοι διπλωμάτες μάλιστα, δε δίστασαν να επιτεθούν ευθέως στις ΗΠΑ για τη στάση τους, σημειώνοντας πως δεν είναι σύμπτωση πως ορισμένες από τις χώρες που απέχουν από τη Διάσκεψη συνδέονται με φυλετικές διακρίσεις έναντι πολιτών αφρικανικής καταγωγής.

Είκοσι χρόνια μετά την πρώτη διοργάνωση και δέκα από την τελευταία, η Διάσκεψη του Ντέρμπαν έχει προγραμματιστεί εκ νέου για τις 22 Σεπτεμβρίου στη Νέα Υόρκη. Σε μια εποχή που το τοπίο στη Μ.Ανατολή δείχνει να αλλάζει μέσα από τις συμφωνίες του Αβραάμ, φαντάζει εκτός κλίματος η συμπόρευση με ένα τέτοιo ακροατήριο. Για το λόγο αυτό, η απόφαση της ελληνικής Κυβέρνησης να μη συμμετάσχει στις διαδικασίες της, μαζί με άλλες 19 χώρες, αποτελεί μια αυτονόητη υποχρέωση όχι μόνο απέναντι στην πραγματική αποστολή του ΟΗΕ και τις αξίες του δυτικού πολιτισμού, αλλά υπηρετεί στο έπακρο και τα εθνικά συμφέροντα.

Η είδηση της ελληνικής αποχώρησης από τη Διάσκεψη, συνέπεσε μάλιστα με την αναχώρηση της ελληνικής πυροβολαρχίας των αντιαεροπορικών Patriot με περίπου 100 αξιωματικούς για τη Σαουδική Αραβία. Σε μια κίνηση ουσίας, αλλά και συμβολισμού, η Ελλάδα βαθαίνει τη συνεργασία με μια ισχυρή χώρα του Περσικού Κόλπου, σπάζοντας τον τεχνητό διαχωρισμό Δύσης και μουσουλμανικού κόσμου, που το πλέον ριζοσπαστικό τμήμα του Ισλάμ επιδιώκει μέσω του θρησκευτικού διαχωρισμού.

Απέναντι σ’ αυτή την πραγματικότητα, η χώρα μας οφείλει να κινηθεί απροκατάληπτα και να επιλέξει να συνομιλεί στρατηγικά με όσες χώρες δεν υποκύπτουν στην έλξη του φονταμεταλισμού, χωρίς να υποκύπτει σε τεχνητά διλήμματα.

Με τη θρησκεία να αναδύεται εκ νέου από μερίδα του Ισλάμ ως η βασική τομή με τη Δύση, η στοχευμένη συνεργασία με μουσουλμανικές χώρες δεν πρέπει να τρομάξει κανέναν. Η πληθυσμιακή υπερανάπτυξη της Τουρκίας σε συνδυασμό με την εγχώρια υπογεννητικότητα αναγκάζει την Ελλάδα αντιταχθεί με κάθε τρόπο στο θρησκευτικό διαχωρισμό. Και ταυτόχρονα, να διευρύνει τη συνεργασία στην περιοχή, ενισχύοντας τη συναντίληψη με μια σειρά από χώρες που διάκεινται αρνητικά προς τον Τ.Ερντογάν και τη διάθεση του να πατρονάρει τους ακραίους φονταμεταλιστές και την αντιπαράθεση με τη Δύση. Οι Έλληνες έχουν συνυπάρξει επί αιώνες με το Ισλάμ και δεν έχουν κανένα λόγο να το φοβούνται. Τους ακραίους θα τους αντιμετωπίσουμε πλάι στους μετριοπαθείς μουσουλμάνους. Πλάι στην Αίγυπτο, τη Σαουδική Αραβία, τα Αραβικά Εμιράτα. Το Ισραήλ.