Οι Βρετανοί λατρεύουν τις παραδόσεις και τους συμβολισμούς. Χρειάστηκαν 2.204 λέξεις προς τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου D.Tusk και μόλις τέσσερις -αλλά σε κάθε περίπτωση- περισσότερες στο Βρετανικό Κοινοβούλιο, προκειμένου η Πρωθυπουργός Theresa May να ενεργοποιήσει τη διαδικασία αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
72 χρόνια μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο οποίος ανέδειξε την αναγκαιότητα μιας ενωμένης Ευρώπης, η ηγέτιδα δύναμη των νικητών αποφάσισε να παραδώσει τα ηνία στους ηττημένους. Στην πραγματικότητα όμως, ποτέ οι Βρετανοί δεν ένιωσαν βολικά με το συνεργατικό ρόλο που επέβαλε η συμμετοχή τους στην ευρωπαϊκή κοινότητα των ισότιμων κρατών μελών. Η μακρά αυτοκρατορική παράδοση δε βολεύονταν στο στενό ευρωπαϊκό κοστούμι. Από υπερδύναμη του 19ου αιώνα και βασική δύναμη ανάσχεσης των Ναζί και της ΕΣΣΔ στον 20ο, η βρετανική περηφάνια αρνούνταν να εμπεδώσει πως οι μέρες της παγκόσμιας της ηγεμονίας πέρασαν. Κυρίως όμως, ο ψυχισμός των Βρετανών δε δέχονταν να συμβιβαστεί με μια υψηλή αλλά όχι κορυφαία θέση στο διεθνές σύστημα. Και αυτό εξελίχθηκε σε πρόβλημα.
Ήδη από το τέλος του 70′ και με αποκορύφωμα τη μη συμμετοχή στην Ευρωζώνη, η στάση του Ηνωμένου Βασιλείου παρέμενε διακριτή σε μία σειρά από ευρωπαϊκά ζητήματα, εκκινώντας συνήθως από κίνητρα που δύσκολα μπορεί να κατανοήσει κάποιος εκτός Νησιού. Αντιλήψεις διαπνεόμενες από στοιχεία του αυτοκρατορικού παρελθόντος και της μακράς κοινοβουλευτικής παράδοσης, καθόριζαν σε μεγάλο βαθμό αποφάσεις που ελήφθησαν αρκετές δεκαετίες μετά. Όμως αντί αυτό να λειτουργεί καταπραϋντικά, ενέτεινε το συναίσθημα πως η χώρα «χάνει», όσο παραμένει στην ενωμένη Ευρώπη, συνεισφέροντας δυσανάλογα με τα οφέλη που λάμβανε.
Το αίτημα για Brexit συνεπώς, δε γεννήθηκε τα τελευταία χρόνια. Στην πραγματικότητα υπήρχε πάντα στο τραπέζι, αλλά η παρουσία χαρισματικών ηγετών στο Νο.10 της Downing Street, το υποσκέλιζε στη δημόσια κουβέντα. Η εμφάνιση μιας εναλλακτικής και οπορτουνιστικής ατζέντας διά μέσου του UKIP του N.Farage, απλά επίσπευσε τα γεγονότα. Η ευρωσκεπτικιστική πτέρυγα των Συντηρητικών φοβήθηκε ότι οι εξελίξεις θα την ξεπεράσουν και βάλθηκε να βάλει στην κορυφή της πολιτικής ατζέντας του D.Cameron το αίτημα για ένα δημοψήφισμα αποχώρησης. Και με όχημα μια μεγαλειώδη εκλογική νίκη, τα κατάφερε. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία και σημαντικό λάθος μας, που δεν το προβλέψαμε. Η πολιτική άλλωστε, από συναισθήματα πηγάζει σε διαχείριση συναισθημάτων καταλήγει.
Σήμερα η Th.May, είναι επικεφαλής μιας κυβέρνησης – μηχανισμού Brexit, προκειμένου να καθοριστούν εντός δύο χρόνων οι όροι αποχώρησης και ταυτόχρονα να υπογραφεί με την Ευρωπαϊκή Ένωση, η μεγαλύτερη εμπορική συμφωνία που έχει υπάρξει ποτέ. Δεξαέξι φορές επανέλαβε στην επιστολή της η Βρετανίδα Πρωθυπουργός τη λέξη «συνεργασία», ενώ επτά ήταν οι αυτολεξεί φορές της σε μια «βαθιά και ειδική εταιρική σχέση» με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αν προσπαθήσει κανείς να αποκρυπτογραφήσει τα κεντρικά μηνύματα της βρετανικής στρατηγικής οδεύοντας προς το Brexit, τότε αυτά συνοψίζονται στην εξής πρόταση: Το Ηνωμένο Βασίλειο επιθυμεί -μια πιστή στις ιδρυτικές της αρχές- ευημερούσα Ευρωπαϊκή Ένωση, με την οποία θα έχει συνάψει βαθιά και ειδική σχέση με έμφαση στους τομείς της ασφάλειας και του εμπορίου· εξασφαλίζοντας παράλληλα τα δικαιώματα των πολιτών που ζουν και εργάζονται εκατέρωθεν.
Οι Βρετανοί γνωρίζουν πως αποχωρούν από μια Ευρωπαϊκή Ένωση, στα θεμέλια της οποίας είναι χαραγμένο ένα κομμάτι της δικής τους ιστορίας. Και μάλιστα το κομμάτι που είναι ποτισμένο με την κληρονομιά του Winston Churchill, του ανθρώπου στου οποίου τα λόγια επιστρέφει κάθε Βρετανός πολιτικός που θέλει να αντλήσει δύναμη για μια κρίσιμη απόφαση. Κυρίως όμως, έχουν την ωριμότητα να αντιλαμβάνονται πως η δική τους μελλοντική οικονομική ανάπτυξη, είναι συνυφασμένη με την ευρωπαϊκή ευημερία. Οι μισές βρετανικές εξαγωγές άλλωστε, κατευθύνονται πέρα από τη Μάγχη, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ συνολικά 1.5 εκατομμύριο Βρετανοί ζουν και εργάζονται στην Ευρώπη.
Αυτό που μένει να απαντηθεί από την Ιστορία, είναι τελικά κατά πόσο Βρυξέλλες και Λονδίνο, κατανόησαν το συστατικό της επιτυχίας του ευρωπαϊκού εγχειρήματος, το οποίο για περισσότερα από 70 χρόνια έχει κρατήσει τα όπλα στις αποθήκες. Για να μη χρειαστεί, να ανατρέξει κάνεις στο μέλλον, στην πρόβλεψη του Mario Monti, πως δίχως μια ισχυρή Ευρωπαϊκή Ένωση, σύντομα οι πόλεμοι θα επιστρέψουν στη Δυτική Ευρώπη.
Με την φράση του τίτλου, καθορίστηκε η 29.03.2019, ως επίσημος στόχος της βρετανικής κυβέρνησης για οριστική έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
*Άρθρο μου στον Ελεύθερο Τύπο.